ΤΣΙΠΟΥΡΑ
Η ΓΡΑΜΜΟΣ Α.Ε. διαθέτει την τσιπούρα στα ακόλουθα μεγέθη: 200-300gr, 300-400gr, 400-600gr, 600-800gr, 800-1000gr, 1000+

Η τσιπούρα ανήκει στην οικογένεια Sparidae, στην τάξη Perciformes και στην κλάση Ακτινοπτερύγιοι. Η τσιπούρα Sparus aurata είναι είδος της Μεσογείου θάλασσας και ένα από τα δυο κυριότερα εκτρεφόμενα είδη στις μεσογειακές και ελληνικές θαλάσσιες υδατοκαλλιέργειες.
Χαρακτηρίζεται από ένα υψηλό και πλευρικά συμπιεσμένο σώμα, υψηλή και καμπυλωτή ράχη, λεπτό μίσχο της ουράς, μεγάλα κτενοειδή λέπια, ένα ραχιαίο πτερύγιο με 11 σκληρές και 13 μαλακές ακτίνες, μια καστανόμαυρη κηλίδα στο βραγχιακό επικάλυμμα και μια πλατιά χρυσή κοντυλιά, το ‘φρύδι’ της. Το στόμα της είναι ελαφρά προεκταμένο. Το είδος είναι σαρκοφάγο αλλά με δόντια προσαρμοσμένα και για τη σύνθλιψη των κελυφών των οστρακοειδών που αποτελούν την αγαπημένη της τροφή.
Στο φυσικό περιβάλλον συχνά συνίσταται σε υφάλμυρα και θαλασσινά νερά, σε περιοχές με θαλάσσια λιβάδια, μεμονωμένα ή σε σχηματισμούς μικρού αριθμού ατόμων. Τη βρίσκουμε στις ανατολικές ακτές του Ατλαντικού Ωκεανού από τη Μεγάλη Βρετανία μέχρι τη Σενεγάλη. Είναι δε, πολύ διαδεδομένο είδος στη Μεσόγειο, ενώ συναντάται σπανιότερα στη Μαύρη Θάλασσα όπου όμως δεν αναπαράγεται. Η μεγαλύτερη τσιπούρα που έχει αλιευθεί είχε ολικό μήκος 70 cm και βάρος 17,2 kg. Η διάρκεια της ζωής της δεν έχει προσδιοριστεί, η μεγαλύτερη ηλικία που έχει αναφερθεί ήταν τα 11 χρόνια.
Η τσιπούρα αποτελεί είδος χαρακτηριζόμενο από γρήγορη ανάπτυξη, ανθεκτικότητα στις μεταβολές των φυσικοχημικών παραμέτρων του νερού εκτροφής και εξαιρετική ποιότητα κρέατος, ιδιότητες στις οποίες οφείλεται το μεγάλο οικονομικό ενδιαφέρον για την εκτροφή της.
ΛΑΒΡΑΚΙ
Η ΓΡΑΜΜΟΣ Α.Ε. διαθέτει τo λαβράκι στα ακόλουθα μεγέθη: 200-300gr, 300-400gr, 400-600gr, 600-800gr, 800-1000gr, 1000+

Το λαβράκι ανήκει στην τάξη Perciformes και στην κλάση Ακτινοπτερύγιοι. Το λαβράκι που το επιστημονικό του όνομα είναι Dicentrarchus labrax, είναι μέλος της οικογένειας Moronidae, το οποίο κατανέμεται στον Ατλαντικό και σε όλες τις ακτές της Μεσογείου και της Μαύρης θάλασσας.
Η γεωγραφική του κατανομή δείχνει να καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του, τα οποία προκύπτουν από την αναζήτηση του για τροφή και το ένστικτο για αναπαραγωγή του. Απαντάται σε ένα μεγάλο εύρος θερμοκρασιών και αλατοτήτων. Το λαβράκια κατανέμονται ομοιόμορφα σε αμμώδεις, βραχώδεις και καλυμμένους με φύκι πυθμένες, ενώ απαντώται πιο σπάνια σε λασπώδεις περιοχές. Προτιμούν τα ταραγμένα νερά, επειδή η έντονη διατροφική δραστηριότητα δείχνει να συμπίπτει με περιόδους κακοκαιρίας. Κατά τη διάρκεια της γενετικής ωρίμανσης και της ωοτοκίας, τα λαβράκια δείχνουν προτίμηση σε θερμοκρασίες 10-12,5°C, σε περιοχές με κορεσμένα επίπεδα οξυγόνου. Το λαβράκι τρέφεται κυρίως με καρκινοειδή, δεκάποδα, γαστερόποδα, ασκέλμινθες σκώληκες και ορισμένους τελεοστέους. Σε γενικές γραμμές κυνηγά σε κοπάδια, ωστόσο εάν η λεία του βρίσκεται στον πυθμένα, το κοπάδι από λαβράκια απλώνεται και βόσκει με το κεφάλι προς τα κάτω κατά μήκος του υποστρώματος. Ο γόνος αναπτύσσεται αλλάζοντας τη διατροφή του από ζωοπλαγκτόν σε μεγαλύτερη, επιβανθική λεία, για παράδειγμα κωπήποδα, καρκινοειδή και μύσιδες.